Παλαιότερα, ο μόνος τρόπος αξιολόγησης του δείγματος σπέρματος ενός άνδρα ήταν η ανάλυση σπέρματος (σπερμοδιάγραμμα). Η ανάλυση σπέρματος αποτυπώνει μετρήσεις σε 4 παραμέτρους: 1. τον όγκο του δείγματος, 2. τον αριθμό, 3. την κινητικότητα και 4. τη μορφολογία των σπερματοζωαρίων. Νεότερες επιστημονικές μελέτες αποκάλυψαν ότι ο βαθμός κατακερματισμού του DNA στα σπερματοζωάρια μπορεί να δράσει ως παράγοντας πρόβλεψης της ανδρικής υπογονιμότητας. Σήμερα ξέρουμε ότι κάποια δείγματα σπέρματος που δείχνουν φυσιολογικά κατά την παραδοσιακή ανάλυση σπέρματος είναι πιθανό να έχουν εκτεταμένο κατακερματισμό του DNA (γενετικό υλικό). Ο βαθμός κατακερματισμού του DNA στα σπερματοζωάρια μετριέται με την εξέταση DFI (DNA fragmentation index).
Η επιστημονική έρευνα υποδεικνύει πως τα σπερματοζωάρια με υψηλό ποσοστό κατακερματισμού του DNA έχουν μικρότερη πιθανότητα να δώσουν μια υγιή εγκυμοσύνη. Μια στατιστική ανάλυση εκατοντάδων δειγμάτων σπέρματος έδειξε πως οι άντρες με ποσοστό κατακερματισμού του DNA μεγαλύτερο από 30% στα σπερματοζωάρια έχουν σημαντικά μειωμένο δυναμικό γονιμότητας (λιγότερες εγκυμοσύνες, διπλάσιες αποβολές).
Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που εξηγούν γιατί ένας άντρας έχει υψηλό ποσοστό κατακερματισμού του DNA στα σπερματοζωάρια και άρα αντιμετωπίζει υπογονιμότητα.
Τέτοιοι παράγοντες είναι:
· Η σεξουαλική αποχή (αραιές εκσπερματίσεις)
· Η ηλικία (το ποσοστό διάσπασης του DNA αυξάνει σημαντικά μετά τα 46)
· Το κάπνισμα
· Η έκθεση σε υψηλά επίπεδα ρύπων στον αέρα
· Η έκθεση σε παρατεταμένη ζέστη στην περιοχή των όρχεων π.χ. επαγγελματίες οδηγοί
· Ο τραυματισμός όρχεων ή ιστορικό καρκίνου όρχεως
· Η έκθεση σε χημικές ουσίες ή ακτινοβολία
Ωστόσο η εξέταση DFI είναι μια σχετικά νέα τεχνική και απαιτούνται περισσότερες μελέτες ώστε να αποδειχθεί η πραγματική θέση αυτής της εξέτασης. Στο Γέννημα IVF προτείνουμε να πραγματοποιείται στις παρακάτω περιπτώσεις:
· Επανειλημμένες αποτυχίες εμφύτευσης
· Χαμηλή ποιότητα εμβρύων
· Πολλαπλές αποβολές
Όταν το DFI είναι αυξημένο (πάνω από 30%), ενδεχομένως να έχει νόημα να προχωρήσουμε σε εξωσωματική γονιμοποίηση με μικρο-γονιμοποίηση με P-ICSI.
P-ICSI
Πρόκειται για μέθοδο επιλογής σπερματοζωαρίων για μικρο-γονιμοποίηση που αναπτύχθηκε στο Πανεπιστήμιο του Yale και εφαρμόζουμε εδώ και αρκετά χρόνια και στο εμβρυολογικό μας εργαστήριο στο Γέννημα IVF. Η μέθοδος PICSI έχει ως στόχο την επιλογή των πιο λειτουργικά ικανών σπερματοζωαρίων που θα χρησιμοποιηθούν για μικρο-γονιμοποίηση (ICSI).
Κατά τη μικρο-γονιμοποίηση (έγχυση του σπερματοζωαρίου μέσα στο ωάριο με το βοήθεια μικροσκοπίου μεγάλης μεγέθυνσης και ειδικών μικροχειριστηρίων), τα σπερματοζωάρια επιλέγονται από τους εμβρυολόγους με βάση τα διεθνή κριτήρια μορφολογίας και κινητικότητας.
Με τη μέθοδο PICSI, πριν να πραγματοποιηθεί η μικρο-γονιμοποίηση, τα σπερματοζωάρια επιλέγονται ως εξής: τοποθετούνται σε ένα ειδικό τρυβλίο (‘πιατάκι’ εργαστηρίου) με μια ειδική επίστρωση (υαλουρονικό οξύ). Τα σπερματοζωάρια καλύτερης ποιότητας (τα πιο ώριμα) δεσμεύονται πάνω σε αυτή την επίστρωση και επιλέγονται από τους εμβρυολόγους.
Μελέτες έχουν δείξει ότι σπερματοζωάρια που δεσμεύονται από το υαλουρονικό οξύ εμφανίζουν λιγότερες χρωμοσωμικές ανωμαλίες και χαμηλότερο ποσοστό κατακερματισμού του DNA . Με αυτό τον τρόπο επιλογής των σπερματοζωαρίων, προσπαθούμε να παρακάμψουμε την επίδραση του αυξημένου DFI με σκοπό τη δημιουργία εμβρύων καλύτερης ποιότητας, δηλαδή με μεγαλύτερη πιθανότητα εμφύτευσης και επίτευξης εγκυμοσύνης.
Για ποιους ασθενείς είναι κατάλληλο το P–ICSI;
Το PICSI έχει νόημα όταν παρατηρείται υψηλό ποσοστό DFI (DNA – fragmentation index) στην εξέταση κατακερματισμού του DNA στο δείγμα σπέρματος.
Ακόμα και όταν το DFI είναι υψηλό, για να είναι εφικτό το P-ICSI, θα πρέπει στο δείγμα να υπάρχουν αρκετά κινούμενα σπερματοζωάρια προωθητικής κινητικότητας. Σε περιπτώσεις σοβαρής ολιγο-ασθενο-τερατοσπερμίας, το P-ICSI δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί.