Η υδροσάλπιγγα είναι μία σάλπιγγα με αποφραγμένο το στόμιο της που βρίσκεται κοντά στην ωοθήκη, με αποτέλεσμα να φουσκώνει και να γεμίζει με υγρό. Η κατάσταση αυτή μπορεί να επηρεάζει μόνο τη μία ή και τις δύο σάλπιγγες. Συχνά η προβληματική σάλπιγγα μπορεί να μεγαλώσει και μπορεί να φτάσει σε μέγεθος μερικών εκατοστών. Συνήθως η υδροσάλπιγγα δημιουργείται μετά από σαλπιγγίτιδα ή μία φλεγμονή στη γύρω περιοχή. Όταν υπάρχει μία φλεγμονή στη σάλπιγγα, η γυναίκα μπορεί να εμφανίσει συμπτώματα όπως πόνο στην κοιλιά, πόνο στη σεξουαλική επαφή ή και πυρετό. Παρόλα αυτά, σε πολλές περιπτώσεις τα συμπτώματα μιας τέτοιας φλεγμονής είναι ήπια και δεν γίνονται αντιληπτά από τη γυναίκα, με αποτέλεσμα η διάγνωση της υδροσάλπιγγας να γίνεται όταν η γυναίκα δυσκολεύεται να μείνει έγκυος.
Η υδροσάλπιγγα μπορεί να διαγνωστεί με το υπερηχογράφημα ή με την υστεροσαλπιγγογραφία. Σε κάποιες όμως περιπτώσεις, και ειδικά σε ασθενείς που η σάλπιγγα δεν είναι ιδιαίτερα διατεταμένη, ή υπάρχουν πολλές συμφύσεις με το έντερο και τα γειτονικά όργανα, η διάγνωση μπορεί να είναι εφικτή μόνο με τη λαπαροσκόπηση ή με το ανοιχτό χειρουργείο.
Η εξωσωματική γονιμοποίηση μπορεί να λύσει το πρόβλημα των αποφραγμένων σαλπίγγων, παρόλα αυτά η παρουσία υδροσάλπιγγας σε μία γυναίκα που ξεκινά εξωσωματική, μπορεί να επηρεάσει την επιτυχία της προσπάθειας.
Πολλές μελέτες που έχουν γίνει τα τελευταία 10 χρόνια έχουν δείξει πως η παρουσία υδροσαλπίγγων μειώνει στο μισό το ποσοστό επιτυχίας της εξωσωματικής και διπλασιάζει τον κίνδυνο αποβολών.
Ο λόγος που μπορεί να συμβαίνει αυτό είναι πως το υγρό που υπάρχει μέσα στην υδροσάλπιγγα πηγαίνει προς τα πίσω μέσα στην κοιλότητα της μήτρας και μπορεί να επηρεάσει την επιβίωση και ανάπτυξη του εμβρύου, ή ακόμα και την αποτυχία της εμφύτευσης του εμβρύου στην κοιλότητα της μήτρας.
Μια άλλη θεωρία υποστηρίζει πως το υγρό που χύνεται από τη σάλπιγγα προς τη μήτρα, μπορεί να παρασύρει τα έμβρυα μετά την εμβρυομεταφορά, με αποτέλεσμα την μη επίτευξη κύησης.
Η θεραπεία της υδροσάλπιγγας εξαρτάται από το ιστορικό της ασθενούς. Παλιότερα, όταν η εξωσωματική δεν ήταν τόσο δοκιμασμένη, πολλοί γυναικολόγοι προσπαθούσαν χειρουργικά να διορθώσουν την προβληματική σάλπιγγα, με σκοπό η γυναίκα να μπορεί να μείνει από μόνη της έγκυος. Οι γυναίκες λοιπόν υποβάλλονταν σε μία χειρουργική επέμβαση που δεν είχε ικανοποιητικά ποσοστά επιτυχίας και οι περισσότερες από αυτές κατέληγαν να κάνουν τελικά εξωσωματική.
Σε μία γυναίκα που πρόκειται να προχωρήσει σε εξωσωματική και έχει υδροσάλπιγγα, ο γιατρός της θα της προτείνει να υποβληθεί σε λαπαροσκόπηση πριν από την έναρξη της εξωσωματικής. Οι πλέον αποδεκτοί τρόποι θεραπείας είναι η λαπαροσκοπική αφαίρεση της υδροσάλπιγγας ή το κόψιμο του τμήματος που επικοινωνεί με τη μήτρα (απολίνωση της σάλπιγγας). Έχουν επίσης περιγραφεί και άλλες τεχνικές, όπως αναρρόφηση του υγρού της υδροσάλπιγγας ή η απόφραξη του ανοίγματος της σάλπιγγας που οδηγεί στη μήτρα με υστεροσκόπηση. Οι δύο αυτές τεχνικές είναι λιγότερο μελετημένες και δεν έχει αποδειχθεί η αποτελεσματικότητα τους. Σε μία πρόσφατη σημαντική μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2010 βρέθηκε πως, και η αφαίρεση της σάλπιγγας και η διατομή του άκρου που οδηγεί στη μήτρα, είναι καλά δοκιμασμένες χειρουργικές τεχνικές με ισότιμα αποτελέσματα. Με βάση το ιστορικό της κάθε γυναίκας, ο ιατρός θα προτείνει ποια από τις δύο επεμβάσεις είναι η πιο κατάλληλη.
Η προσπάθεια της εξωσωματικής μπορεί να ξεκινήσει από τον επόμενο κύκλο μετά το χειρουργείο. Η χειρουργική επέμβαση είναι μικρής βαρύτητας και δεν δημιουργεί πρόβλημα στην μελλοντική κύηση ακόμα και αν αυτή ξεκινήσει άμεσα.
Βιβλιογραφία He RH, Gao HJ, Li YQ, Zhu XM. The associated factors to endometrial cavity fluid and the relevant impact on the IVF-ET outcome. Reprod Biol Endocrinol. 2010 May 14;8:46. Johnson N, van Voorst S, Sowter MC, Strandell A, Mol BW. Surgical treatment for tubal disease in women due to undergo in vitro fertilisation. Cochrane Database Syst Rev. 2010 Jan 20;(1):CD002125.
Ακολουθήστε ένα υγιεινό τρόπο ζωής.