Τα τελευταία χρόνια στις δυτικού τύπου κοινωνίες οι γυναίκες/τα ζευγάρια αποφασίζουν να κάνουν παιδιά σε μεγαλύτερες ηλικίες, όταν έχουν σταθεροποιήσει τη σχέση τους και την οικονομική τους κατάσταση. Επίσης, αυξάνονται οι γάμοι σε μεγαλύτερη ηλικία ή οι δεύτεροι γάμοι.
Όλοι έχουμε ακούσει για κάποιες γυναίκες που έκαναν παιδί σε μεγαλύτερη ηλικία, π.χ. κοντά στα 45. Αυτές είναι μεμονωμένες περιπτώσεις. Για την πλειοψηφία των γυναικών η γονιμότητα (η ικανότητα για επίτευξη εγκυμοσύνης) μειώνεται όσο αυξάνεται η ηλικία. Η μείωση της αναπαραγωγικής ικανότητας είναι σταδιακή: αρχίζει να φαίνεται μετά τα 30 έτη, επιταχύνεται στην ηλικία μεταξύ των 35 και 40 ετών και σχεδόν μηδενίζεται μέχρι τα 45 έτη. Υπάρχουν βέβαια και οι σπάνιες περιπτώσεις των γυναικών που μπαίνουν στην εμμηνόπαυση πολύ νωρίτερα, π.χ. πριν τα 40 τους χρόνια.
Όσο αυξάνει η ηλικία της γυναίκας, τόσο αυξάνει και ο κίνδυνος αποβολών, δηλαδή στην ηλικία 25-29 ετών ο κίνδυνος αποβολής είναι 10%, ενώ στην ηλικία των 40-44 είναι 34%. Επιπλέον, όσο πιο προχωρημένη είναι η ηλικία της γυναίκας, τόσο αυξάνει ο κίνδυνος χρωμοσωμικών ανωμαλιών στο έμβρυο. Ευτυχώς όμως αυτές μπορούν να αναγνωρισθούν και να αντιμετωπιστούν νωρίς.
Η ηλικία της γυναίκας λοιπόν είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για την επίτευξη εγκυμοσύνης. Το πραγματικό πρόβλημα είναι ο αριθμός και η ποιότητα των ωαρίων της γυναίκας: ο αριθμός των ωαρίων μειώνεται όσο αυξάνει η ηλικία και αντίστοιχα η ποιότητα των ωαρίων γίνεται χειρότερη. Αυτό αυτόματα επηρεάζει και την ποιότητα των εμβρύων μετά τη γονιμοποίηση. Ακριβώς για αυτό το λόγο, πολλά ζευγάρια πια χρειάζονται τη βοήθεια θεραπειών υπογονιμότητας, όπως η εξωσωματική γονιμοποίηση, προκειμένου να ξεπεραστούν αυτά τα προβλήματα. Τα ζευγάρια αυτά πρέπει να ξέρουν ότι η ποιότητα των ωαρίων, όπως και ο αριθμός των εμβρύων, είναι ένας καθοριστικός παράγοντας για την επίτευξη εγκυμοσύνης.
Η Άννα και ο Νικόλας σήμερα κρατάνε στην αγκαλιά τους την κορούλα τους, την οποία απέκτησαν με εξωσωματική. Η Άννα είναι 38 ετών και ο Νικόλας 42. Ξεκίνησαν να προσπαθούσαν για μωράκι όταν η Άννα ήταν 33. ‘Τον πρώτο χρόνο ούτε που το σκέφτηκα, αλλά όταν έφτασα σχεδόν 35 συνειδητοποίησα ότι είχαν περάσει κιόλας 2 χρόνια και αποφάσισα να πάω στο γυναικολόγο μου. Δεν είχα άγχος γιατί θεωρούσα ότι είμαι μικρή, άρα γιατί να έχω πρόβλημα να μείνω έγκυος;
Οι εξετάσεις που τους πρότεινε ο γιατρός (εξετάσεις αίματος και υπέρηχος για την Άννα, σπερμοδιάγραμμα για το Νικόλα) βγήκαν γενικά καλές. ‘Φταίει το άγχος’, τους έλεγαν. ‘Χαλάρωσε και θα καταφέρεις’, ήταν η συμβουλή του γιατρού. ‘Άλλος 1 χρόνος πέρασε χωρίς θετικό τεστ εγκυμοσύνης και τώρα πια το άγχος μου γινόταν κάθε μήνα και μεγαλύτερο. Έψαχνα και στο internet αλλά δεν έβγαζα άκρη. Έτσι αποφάσισα να επισκεφτώ έναν πιο εξειδικευμένο γυναικολόγο’. Στο πρώτο ραντεβού της Άννας και του Νικόλα στο Γέννημα IVF, ο γυναικολόγος αναπαραγωγής κος. Ευριπίδης Μαντούδης κατέγραψε το ιατρικό ιστορικό τους, είδε τις εξετάσεις τους και εξέτασε την Άννα με τον υπέρηχο. Με βάση την εικόνα των ωοθηκών στον υπέρηχο ζήτησε από την Άννα να κάνει μια ακόμα εξέταση, την ΑΜΗ (Anti- Mullerian Hormone), η οποία είναι ενδεικτική για τα αποθέματα των ωοθηκών σε ωάρια (πόσα ωάρια ‘απομένουν’ στις ωοθήκες). Η εξέταση αυτή επιβεβαίωσε ότι η Άννα ανήκε στην ομάδα των γυναικών με χαμηλή γονιμότητα. Για το λόγο αυτό ο γιατρός πρότεινε να προχωρήσει το ζευγάρι σε προσπάθεια με εξωσωματική μιας και πλέον προσπαθούσαν ήδη 3 χρόνια, αλλά και λόγω της ηλικίας της Άννας.
‘Επιτέλους είχαμε μια απάντηση, κάτι χειροπιαστό! Ο γιατρός μας εξήγησε αναλυτικά τι συμβαίνει και γιατί μας προτείνει εξωσωματική. Νιώσαμε ασφάλεια και εμπιστοσύνη. Μακάρι να μας το είχαν πει νωρίτερα και να μην είχαμε χάσει τόσο χρόνο…’ Στην 1η κιόλας προσπάθεια με εξωσωματική το αποτέλεσμα του τεστ εγκυμοσύνης ήταν θετικό! Η μπέμπα τους γεννήθηκε φυσιολογικά και είναι σήμερα 9 μηνών.
‘Η εξωσωματική έδωσε τη λύση στην Άννα και το Νικόλα. Η ηλικία είναι ο πιο καθοριστικός παράγοντας για μια γυναίκα που θέλει να μείνει έγκυος. Ειδικά για τις γυναίκες με χαμηλή γονιμότητα, ο χρόνος είναι κρίσιμος’, μας λέει ο κος. Μαντούδης. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής οδηγεί τις γυναίκες να κάνουν παιδιά σε πιο μεγάλη ηλικία, όμως πρέπει να γνωρίζουν ότι μέχρι τα 38-40 έχουν ήδη χάσει το 50% της γονιμότητάς τους (ως ποσοστό επίτευξης εγκυμοσύνης με φυσιολογική σύλληψη). Μετά τα 42 μάλιστα το ποσοστό μειώνεται δραματικά. Οι εξειδευμένοι γυναικολόγοι αναπαραγωγής προτείνουν την ενημέρωση όλων των γυναικών και τον έλεγχο της γονιμότητας προληπτικά. Λέγοντας ‘έλεγχο γονιμότητας’ εννοούμε το ραντεβού με το γυναικολόγο αναπαραγωγής που περιλαμβάνει την καταγραφή του ιατρικού ιστορικού και την εξέταση με υπέρηχο για τον έλεγχο της μήτρας, των ωοθηκών κλπ.
‘Σήμερα η εξωσωματική είναι μια θεραπεία ρουτίνας, πολύ πιο απλή από ό, τι νομίζουμε. Κύριο εμπόδιο για την επιτυχία της εξωσωματικής είναι η αυξημένη ηλικία της γυναίκας’, συμπληρώνει ο κος. Μαντούδης. Στο Γέννημα IVF, το ποσοστό επιτυχίας σε γυναίκες έως 35 ετών είναι 70% (θετικό τεστ εγκυμοσύνη).
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε αρχικά στην εφημερίδα Ελευθερία της Καλαμάτας, 4/7/2015.
Επηρεάζεται η γονιμότητα του άντρα από την ηλικία;
Η ηλικία του άντρα φαίνεται ότι δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία για τους πιο κάτω λόγους. Ωστόσο παρατηρείται μια φυσιολογική φθορά κυρίως μετά τα 55 χρόνια: