Στο Γέννημα φροντίζουμε την υγεία κάθε γυναίκας, σε κάθε ηλικία, είτε προσπαθεί για μωράκι είτε έχει ήδη δημιουργήσει την οικογένειά της. Για αυτό το λόγο συστήνουμε τον ετήσιο έλεγχο μαστού για όλες τις γυναίκες.
Η προληπτική εξέταση του μαστού είναι απαραίτητη για όλες τις γυναίκες ηλικίας άνω των 20 ετών και πρέπει να γίνεται μία φορά το χρόνο (ετήσια εξέταση), ό,τι δηλαδή ισχύει και με τη γυναικολογική εξέταση και το τεστ Παπανικολάου. Η εξέταση του μαστού γίνεται με ψηλάφηση και ενδελεχές υπερηχογράφημα από γυναικολόγο ή χειρουργό εξειδικευμένο στις παθήσεις του μαστού, ο οποίος θα σας κατευθύνει σε περίπτωση που χρειάζεται να κάνετε μαστογραφία, θα εκτιμήσει το πόρισμα της μαστογραφίας που πιθανά έχετε ήδη κάνει και θα σας καθοδηγήσει σε περίπτωση που χρειαστούν συμπληρωματικές εξετάσεις.
Ειδικά για τις γυναίκες άνω των 40 ετών απαιτείται ο συμπληρωματικός έλεγχος με μαστογραφία (επίσης μία φορά το χρόνο). Σε περίπτωση που υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο οικογενειακό ή προσωπικό ιστορικό, η συχνότητα των επισκέψεων και οι εξετάσεις που πρέπει να πραγματοποιηθούν καθορίζονται μετά από συνεννόηση με το μαστολόγο.
Το ραντεβού για τον έλεγχο του μαστού αποτελείται από 4 βήματα: καταγραφή ιατρικού ιστορικού, κλινική εξέταση (ψηλάφηση), υπερηχογράφημα και συζήτηση.
Πρόκειται καταρχήν για μια επισκόπηση που γίνεται με δυνατό φως για τυχόν ανωμαλίες του δέρματος και έπειτα συνεχίζεται με την ψηλάφηση από τον ειδικό γιατρό. Σκοπός της εξέτασης είναι ο εντοπισμός των όγκων του μαστού.
Η κλινική εξέταση αποτελεί απαραίτητο σκαλοπάτι στη διαδικασία πρόληψης και εντοπισμού. Μελέτες αναφέρουν ότι σε ποσοστό που μπορεί να αγγίξει και το 10%, κακοήθεις όγκοι μη εντοπίσιμοι στη μαστογραφία, αναγνωρίζονται κατά τη διάρκεια της κλινικής εξέτασης.
Η κλινική εξέταση του μαστού θα πρέπει να επαναλαμβάνεται 1 φορά το χρόνο για όλες τις γυναίκες ηλικίας 20 ετών και άνω.
Το υπερηχογράφημα είναι εξαιρετικά σημαντικό ως συμπληρωματική εξέταση της μαστογραφίας κυρίως στους πυκνούς μαστούς. Μάλιστα ο υπέρηχος είναι ακριβέστερος από τη μαστογραφία στην εξέταση αλλαγών του μαστού στις νεότερες γυναίκες, των οποίων ο μαστός είναι πυκνότερος. Επομένως ο υπέρηχος συστήνεται ως απαραίτητη απεικονιστική εξέταση στις εξής περιπτώσεις:
Μετά τα 35, ο υπέρηχος είναι ένα απαραίτητο συμπληρωματικό εργαλείο στην προληπτική εξέταση των μαστών, ειδικότερα στους πυκνούς μαστούς, όπου η πραγματοποίηση μονάχα μιας μαστογραφίας είναι επισφαλής (βλ. ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα της μαστογραφίας). Στους δύσκολους αυτούς μαστούς, το υπερηχογράφημα μπορεί να δώσει πολύτιμες επιπλέον πληροφορίες και να ανακαλύψει μικρές βλάβες, μη ανιχνεύσιμες από τη μαστογραφία. Επιβάλλεται λοιπόν η συστηματική πραγματοποίηση υπερήχων στους μαστούς ως συμπληρωματική προληπτική μέθοδος για τις γυναίκες άνω των 35 ετών με πυκνούς μαστούς (αφού μπορεί να διαγνώσει καρκίνους που δε φαίνονται στη μαστογραφία).
Η συχνότητα πραγματοποίησης των υπερήχων είναι ίδια με αυτή της μαστογραφίας, δηλαδή ετησία στις γυναίκες άνω των 40 ετών, ενώ το ίδιο ισχύει και για τις γυναίκες μεταξύ 30 και 40 ετών.
Τα τελευταία χρόνια υπήρξε μία θεαματική αύξηση στον αριθμό των ζευγαριών που υποβάλλονται σε θεραπεία εξωσωματικής γονιμοποίησης. Αυτή η αύξηση προκάλεσε και μια ανησυχία για τις πιθανές επιπτώσεις στο μαστό και ειδικότερα για την πιθανή πρόκληση καρκίνου του μαστού σε γυναίκες που υποβάλλονται σε πολλαπλές προσπάθειες. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει καμία δημοσίευση που να υποστηρίζει μία τέτοια ανησυχία. Αυτό που πιθανώς δημιούργησε αυτή την αρνητική άποψη της IVF, είναι το γεγονός πως όλο και μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες (άνω των 40) τεκνοποιούν με αυτές τις μεθόδους. Είναι γνωστόν πως η κύηση και όχι η θεραπεία προδιαθέτει σε καρκίνο του μαστού σε αυτές τις γυναίκες των μεγαλυτέρων ηλικιών.
Ωστόσο, ένας πλήρης μαστολογικός έλεγχος πριν από κάθε προσπάθεια εξωσωματικής γονιμοποίησης είναι επιβεβλημένος. Οι μελέτες επισημαίνουν πως στην περίπτωση που προϋπάρχει μη διαγνωσμένος καρκίνος του μαστού και η γυναίκα υποβληθεί σε θεραπεία εξωσωματικής γονιμοποίησης, η πορεία της νόσου είναι σαφώς χειρότερη. Η γυναίκα που θα μπει στη διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης πρέπει να έχει διασφαλίσει την υγεία του στήθους της, στο μέτρο του δυνατού, με έναν πρόσφατο μαστολογικό έλεγχο. Ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει αυτός ο έλεγχος, εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων και θα γίνει κατόπιν συνεννοήσεως με το μαστό.
Πρώτιστο μέλημα μας στο Γέννημα είναι η ασφάλεια και η υγεία της μέλλουσας μητέρας και συνολικά της νέας οικογένειας μετά τη θεραπεία υπογονιμότητας. Στο πλαίσιο της ολιστικής μας αντιμετώπισης, θεωρούμε επιβεβλημένο τον έλεγχο μαστού πριν από κάθε θεραπεία υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
Είναι ξεκάθαρο από τις πρόσφατες μελέτες ότι τα φάρμακα που χορηγούνται στην εξωσωματική γονιμοποίηση δε συνδέονται με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Στην Ελλάδα, με βάση τα στατιστικά στοιχεία, 1 γυναίκα στις 9 θα εμφανίσει καρκίνο του μαστού κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής της (το 5-8% των περιστατικών σχετίζονται με παράγοντες κληρονομικότητας). Είναι βέβαιο ότι η έγκαιρη διάγνωση σώζει ζωές!