Το τεστ εγκυμοσύνης ουσιαστικά μετράει την τιμή της ορμόνης ‘β-χοριακή γοναδοτροπίνη’ στο αίμα. Όταν ένα ζευγάρι κάνει εξωσωματική, το τεστ εγκυμοσύνης πρέπει να γίνει ακριβώς 14 ημέρες μετά την ωοληψία. Αν το τεστ αυτό είναι θετικό, τότε η γυναίκα είναι έγκυος.
Η β-χοριακή είναι μια ορμόνη που αρχίζει να παράγεται στο σώμα της γυναίκας όταν το έμβρυο εμφυτευτεί στη μήτρα. Ανιχνεύεται στα ούρα και στο αίμα της εγκύου γυναίκας, αλλά γενικά η εξέταση αίματος θεωρείται πιο αξιόπιστη από το τεστ ούρων στο σπίτι.
Στις τιμές αναφοράς που αναγράφονται στα αποτελέσματα από το διαγνωστικό κέντρο, οποιαδήποτε τιμή β-χοριακής πάνω από 5 σημαίνει ότι το τεστ είναι θετικό και άρα είστε έγκυος.
Ιδανικά, θέλουμε η τιμή της β-χοριακής 14 ημέρες μετά την ωοληψία να είναι πάνω από 50.
Αν η τιμή της είναι πιο χαμηλή, τότε αυξάνει ο κίνδυνος η κύηση να μην εξελιχθεί ομαλά, δηλαδή να πρόκειται για βιοχημική ή εξωμήτριο κύηση. Η τιμή της β-χοριακής πρέπει περίπου να διπλασιάζεται κάθε 2 ημέρες, γι’ αυτό και ο γιατρός θα σας ζητήσει να επαναλάβετε αυτή την εξέταση 2-3 φορές. Για αυτό το λόγο προτιμάμε το τεστ εγκυμοσύνης με αίμα και όχι με ούρα. Αν η τιμή διπλασιάζεται φυσιολογικά, τότε αυτό θεωρείται πολύ καλό σημάδι για την εξέλιξη της εγκυμοσύνης. Αυτό που θέλουμε είναι να φαίνεται αύξηση 60%.
Αν όλα εξελίσσονται ομαλά, τότε το επόμενο βήμα είναι το 1ο υπερηχογράφημα κύησης, το οποίο πραγματοποιείται περίπου στην 6η εβδομάδα κύησης, δηλαδή 2 εβδομάδες μετά την 1η β-χοριακή.